Τρίτη 26 Ιουλίου 2016

Ο Γέγκορ Μπουλιτσόφ και άλλοι




  • Τίτλος : Ο Γέγκορ Μπουλιτσόφ και άλλοι
  • Συγγραφέας : Μαξίμ Γκόρκι
  • Μετάφραση : Αντώνης Βογιάζος
  • Εκδόσεις : Θεμέλιο


Το προσωπικό, υπαρξιακό δράμα του Μπουλιτσόφ, αυτού του δυναμικού μεγαλέμπορα με τις καταβολές του μουζίκου, που προσβεβλημένος από καρκίνο στην ακμή ακόμα των δυνάμεων του αντιμετωπίζει τον παραλογισμό του θανάτου, γίνεται εδώ μια αμείλικτη οπτική γωνία που υποβάλλει σε καταλυτική, πυρετική κριτική επανεξέταση τις αξίες της κοινωνίας που βρίσκεται σε κρίση και γεννάει την επανάσταση. Η κατάρρευση του Μπουλιτσόφ και των απατηλών δεσμών με το περιβάλλον του οδηγεί σε μια οξύτατη αίσθηση της γενικότερης κατάρρευσης του "βασιλείου της βρωμιάς".  

Πέμπτη 21 Ιουλίου 2016

Τι νέοι που φτάσαμεν εδώ



Τί νέοι που φτάσαμεν εδώ, στο έρμο νησί, στο χείλοςτου κόσμου, δώθε απ’ τ’ όνειρο και κείθε από τη γη!Όταν απομακρύνθηκεν ο τελευταίος μας φίλος,ήρθαμε αγάλι σέρνοντας την αιωνία πληγή.

Με μάτι βλέπουμε αδειανό, με βήμα τσακισμένοτον ίδιο δρόμο παίρνουμε καθένας μοναχός,νιώθουμε τ’ άρρωστο κορμί, που εβάρυνε, σαν ξένο,υπόκωφος από μακριά η φωνή μας φτάνει αχός.
Η ζωή διαβαίνει, πέρα στον ορίζοντα σειρήνα,
μα θάνατο, καθημερνό θάνατο και χολήμόνο, για μας η ζωή θα φέρει, όσο αν γελά η αχτίνατου ήλιου και οι αύρες πνέουνε. Κι είμαστε νέοι, πολύ
νέοι, και μας άφησεν εδώ, μια νύχτα, σ’ ένα βράχο,το πλοίο που τώρα χάνεται στου απείρου την καρδιά,
χάνεται και ρωτιόμαστε τί να ’χουμε, τί να ’χω,που σβήνουμε όλοι, φεύγουμ’ έτσι νέοι, σχεδόν παιδιά!
Κώστας Καρυωτάκης

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2016

Εις Ελευθερίαν



Δυστυχησμένα πλάσματα
τῆς πλέον δυστυχησμένης

φύσεως, τελειώνομεν
ἕνα θρῆνον καὶ εἰς ἄλλον
πέφτομεν πάλιν. 


Ἡμεῖς κατεδικάσθημεν
ἄθλιοι, κοπιασμένοι,

πάντα ῾νὰ κατατρέχωμεν,
ἀλλὰ ποτὲ δὲν φθάνομεν
τὴν εὐτυχίαν. 


Ἴσως (ἂν δὲν μὲ τρέφῃ
ματαία ἐλπίς) εὑρίσκεται

μετὰ τὸν θάνατόν μου
γλυκυτέρα ζωὴ
καὶ μὲ προσμένει. 


Ὅμως, διατὶ ἐὰν ἔσπειρε
παντοῦ εἰς τὴν οἰκουμένην

τὴν χαρὰν μὲ᾿ τὴν θλῖψιν
τοῦ ἐπουρανίου πατρὸς
τὸ δίκαιον χέρι· 


Διατὶ κ᾿ ἐδῶ ὅπου μ᾿ ἔρριψεν
εἰς τὴν ἀέριον σφαῖραν,

μίαν ῾νὰ μὴν εὕρω τρέχουσαν
διὰ μέ, μόνην μίαν βρύσιν
παρηγορίας; 


Βρύσιν! - Καὶ τὰ θαυμάσια
τῆς Ἀρετῆς ἀένναα

νερὰ δὲν βλέπω; Χύνονται
ποταμηδὸν τρυγύρω μου,
τὴν γῆν σκεπάζουν. 


Ὦ θνητοί, ποτισθῆτε.
Ἔαν τὸ θεῖον πίετε

ρεῦμα, ὁ πόνος μὲ᾿ δάκρυα
τὴν τράπεζαν, τὸ στρῶμα σας
ἂς βρέξῃ τότε.


Ἂς ἔλθῃ τότε, ἂς ἔλθῃ
῾νὰ σᾶς περικυκλώσῃ

μὲ᾿ σκοτεινά, βρονταῖα,
πεπυκνωμένα σύννεφα
ἡ δυστυχία. 


Μία δύναμις οὐράνιος
εἰς τὴν ψυχήν σας δίδει

πτερὰ ἐλαφρά, καὶ ὑψώνεται
λαμπρὸν τὸ μέτωπόν σας
ὑπὲρ τὴν νύκτα. 


Ἀπὸ τὰ ὀλύμπια δώματα
δροσερὸν καταβαίνει

χαρᾶς, ἐλαίου φύσημα,
καὶ στεγνώνει τὰ δάκρυα·
τὸν ἵδρωτά σας. 


Ἐκεῖ ὅπου ἐπατήσατε
ἰδοὺ οἱ καρποὶ φυτρώνουν,

καὶ τ᾿ ἄνθη ἰδοὺ σκορπίζουσι
τὰ κύματα εὐτυχῆ
τῆς μυρωδίας. 


Τῆς Φιλίας ἡ Χάριτες,
καὶ τοῦ Ὑμεναίου, συμπλέκουσι

χορῶν πλουσίους στεφάνους·
βωμὸν ἔχουν τὸν θρόνον σας
καὶ τὸν δοξάζουν.


Ἂν εἰς δικαίους ἔλθητε
πολέμους, ἢ ἕνα μνῆμα,

μνῆμα τίμιον εὑρίσκετε,
ἢ τῶν θριάμβων τ᾿ ᾄσματα,
καὶ τὰ κλωνάρια.


Τὰ πολύχρυσα πέπλα,
καὶ τ᾿ ἀρώματα ὁ Πλοῦτος,

γλυκὺ ἡ Σοφία τὸ φίλημα
σᾶς χαρίζει ἐὰν ἦναι
μὲ σᾶς ἡ εἰρήνη. 


Ὦ Ἀρετή! πολύτιμος
θεά, σὺ ἠγάπας πάλαι

τὸν Κιθαιρῶνα, σήμερον
τὴν γῆν μὴ παραιτήσῃς,
τὴν πατρικήν μου. 

Κυριακή 17 Ιουλίου 2016

Πλουτώνια Ωδή



  • Τίτλος : Πλουτώνια Ωδή
  • Συγγραφέας : Άλλεν Γκίνσμπεργκ
  • Μετάφραση : Τάσος Σαμαρτζής
  • Εκδόσεις : Απόπειρα

Η Πλουτώνια Ωδή, που δίνει και τον τίτλο στην ποιητική συλλογή, είναι ένα μακροσκελές ποίημα, Ομηρικής μορφής, για τον κατευνασμό του Πλούτωνα (του εκατομμυριούχου Θεού του Κάτω Κόσμου και Κύριου των νεκρών) και των πυρηνικών υπουργείων του τρόμου. Αφορμή για τον Άλλεν Γκίνσμπερκ στάθηκε η παρατήρηση του Γκρέγκορυ Κόρσο ότι το διάρκειας 24.000 ετών Μεγάλο Έτος (ή Βαβυλωνιακό Έτος) ισούται με το χρόνο υποδιπλασιασμού του πλουτωνίου.
Η βόμβα που έπεσε στο Ναγκασάκι, το Μανχάταν της Νέας Υόρκης όπου ζει ο ποιητής, μια συναυλία κλασσικής μουσικής στο Ντουμπρόβνικ της Γιουγκοσλαβίας, το ποίημα της Σαπφώς
Φαίνομαι λίγο να απέχω απ'το θάνατο, αποτελούν μερικά απ' τα θέματα της παρούσας ποιητικής συλλογής, η οποία κλείνει με τη νιου γουέιβ - ροκ επιτυχία Capitol Air.

Τρίτη 5 Ιουλίου 2016

Τ' αστέρι του Βοριά



Τ’ αστέρι του βοριά
θα φέρει η ξαστεριά
μα πριν φανεί μέσα από το πέλαγο πανί
θα γίνω κύμα και φωτιά
να σ’ αγκαλιάσω ξενιτιά

Κι εσύ χαμένη μου Πατρίδα μακρινή
θα γίνεις χάδι και πληγή
σαν ξημερώσει σ’ άλλη γη

Τώρα πετώ για της ζωής το πανηγύρι, 
Τώρα πετώ για της χαράς μου τη γιορτή

Φεγγάρια μου παλιά
καινούρια μου πουλιά
διώχτε τον ήλιο και τη μέρα απ’ το βουνό
για να με δείτε να περνώ
σαν αστραπή στον ουρανό.

Κυριακή 3 Ιουλίου 2016

The Celebration of the Lizard



Lions in the street and roaming
Dogs in heat, rabid, foaming
A beast caged in the heart of a city
The body of his mother
Rotting in the summer ground
He fled the town

He went down South and crossed the border
Left chaos and disorder
Back there over his shoulder

One morning he awoke in a green hotel
With a strange creature groaning beside him
Sweat oozed from its shining skin
Is everybody in? Is everybody in?
Is everybody in?
The ceremony is about to begin

Wake up!
You can't remember where it was
Had this dream stopped?

The snake was pale gold, glazed and shrunken
We were afraid to touch it
The sheets were hot dead prisms
And she was beside me
Old, she's no, young
Her dark red hair, the white soft skin

Now, run to the mirror in the bathroom
Look! she's coming in here
I can't live through each slow century of her moving
I let my cheek slide down, the cool smooth tile
Feel the good cold stinging blood
The smooth hissing snakes of rain

Once I had a little game
I liked to crawl back in my brain
I think you know, the game I mean
I mean the game, called, 'Go insane'

You should try this little game
Just close your eyes forget your name
Forget the world, forget the people
And we'll erect, a different steeple

This little game is fun to do
Just close your eyes, no way to lose
And I'm right there, I'm going too
Release control, we're breaking through

Way back deep into the brain
Back where there's never any pain
And the rain falls gently on the town
And over the heads of all of us
And in the labyrinth of streams

Beneath, the quiet unearthly presence of
Gentle hill dwellers, in the gentle hills around
Reptiles abounding
Fossils, caves, cool air heights

Each house repeats a mold, windows rolled
Beast car locked in against morning
All now sleeping
Rugs silent, mirrors vacant

Dust Lying under the beds of lawful couples
Wound in sheets
And daughters, smug
With semen eyes in their nipples

Wait
There's been a slaughter here

Don't stop to speak or look around
Your gloves and fan are on the ground
We're getting out of town, we're going on the run
And you're the one I want to come

Not to touch the earth
Not to see the sun
Nothing left to do, but
Run, run, run
Let's run, let's run

House upon the hill, moon is lying still
Shadows of the trees
Witnessing the wild breeze
C'mon baby run with me
Let's run

Run with me
Run with me
Run with me
Let's run

The mansion is warm at the top of the hill
Rich are the rooms and the comforts there
Red are the arms of luxuriant chairs
And you won't know a thing till you get inside

Dead President's corpse in the driver's car
The engine runs on glue and tar
C'mon along, we're not going very far
To the East to meet the Czar

Run with me
Run with me
Run with me
Let's run

Some outlaws lived by the side of the lake
The minister's daughter's in love with the snake
Who lives in a well by the side of the road
Wake up, girl! We're almost home

We should see the gates by mornin'
We should be inside by evening

Sun, sun, sun
Burn, burn, burn
Burn, burn, burn
I will get you
Soon, soon, soon

I am the lizard king
I can do anything

We came down
The rivers and highways
We came down from
Forests and falls

We came down from
Carson and Springfield
We came down from
Phoenix enthralled
And I can tell you

The names of the Kingdom
I can tell you
The things that you know
Listening for a fistful of silence
Climbing valleys into the shade

For seven years, I dwelt
In the loose palace of exile
Playing strange games with the girls of the island
Now, I have come again
To the land of the fair and the strong and the wise
Brothers and sisters of the pale forest

Children of night
Who among you will run with the hunt?
Now night arrives with her purple legion
Retire now to your tents and to your dreams
Tomorrow we enter the town of my birth
I want to be ready


Πάμπλο Νερούδα



Απέραντη
Βλέπεις αυτά τα χέρια; Έχουν μετρήσει
τη γη, έχουν ξεχωρίσει
τα ορυκτά από τα δημητριακά,
έχουν κάνει ειρήνη και πόλεμο,
έχουν καταρρίψει τις αποστάσεις
όλων των θαλασσών και ποταμών,
κι όμως
όταν σε διατρέχουν
εσένα, μικρή
σπειρί από στάρι, κορυδαλλέ,
δεν φτάνουν να σε περικλείσουν,
κουράζονται πλησιάζοντας
τα δίδυμα περιστέρια
που αναπαύονται ή πετάν στο στήθος σου,
διατρέχουν τις αποστάσεις των ποδιών σου,
τυλίγονται στο φως της μέσης σου.
Για μένα είσαι θησαυρός πιο φορτωμένος από απεραντότητα
πιο κι απ΄τη θάλασσα κι απ’ τα τσαμπιά της.
Κι είσαι λευκή και γαλανή κι εκτεταμένη σαν
την γη στον τρύγο.
Σ’ αυτή την περιοχή,
από τα πόδια ως το μέτωπό σου,
προχωρώντας, προχωρώντας προχωρώντας
θα περάσω τη ζωή μου.